Smarkus graikiškai
Vertimas: smarkus, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
άγριος, μανιασμένος, παράφορος, αγωνία, αγωνιώ, βίαιος, άγχος, βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: smarkus
smarkus speigas, smarkus sirdies plakimas, smarkus vertimas, smarkus lietus, smarkus darbas, smarkus kalbų žodynas graikų, smarkus graikiškai
Vertimai
- smalsus graikiškai - περίεργος, περιέργεια, δείτε, περίεργοι, γνωρίζετε
- smaragdas graikiškai - σμαράγδι, σμαραγδένιος, Emerald, σμαραγδένιο, σμαραγδένια, σμαραγδί
- smarvė graikiškai - βρομιά, βρόμα, δυσωδία, μπόχα, βρομώ, βρώμα, δυσοσμία, ...
- smegenys graikiškai - εγκέφαλος, εγκεφάλου, εγκέφαλο, του εγκεφάλου, εγκεφάλων
Atsitiktiniai žodžiai
Smarkus graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: άγριος, μανιασμένος, παράφορος, αγωνία, αγωνιώ, βίαιος, άγχος, βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
Vertimai: άγριος, μανιασμένος, παράφορος, αγωνία, αγωνιώ, βίαιος, άγχος, βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ