Tikti graikiškai
Vertimas: tikti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
καταμετρώ, ταιριάζω, σταματώ, ανακόπτω, αντιστοιχώ, κάνω, αναχαιτίζω, αγώνας, καρέ, σπίρτο, σκώμμα, συνταιριάζω, ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, ταιριάζει, ταιριάζουν, χωρέσει, χωράει, κατάλληλα
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: tikti
tikti alimentação, tiki jne, tikti rusiškai, tiki to read, tiktik, tikti kalbų žodynas graikų, tikti graikiškai
Vertimai
- tikslus graikiškai - συγκεκριμένος, σωστός, διορθώνω, ακριβής, ακριβολόγος, δικαίωμα, δεξιός, ...
- tiktai graikiškai - μόλις, μόνο, όμως, απλά, αλλά, απλώς, δίκαιος, ...
- tikėjimas graikiškai - πεποίθηση, πίστη, θρησκεία, πίστης, την πίστη, πίστεως, πίστει
- tikėti graikiškai - πιστεύω, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν
Atsitiktiniai žodžiai
Tikti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: καταμετρώ, ταιριάζω, σταματώ, ανακόπτω, αντιστοιχώ, κάνω, αναχαιτίζω, αγώνας, καρέ, σπίρτο, σκώμμα, συνταιριάζω, ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, ταιριάζει, ταιριάζουν, χωρέσει, χωράει, κατάλληλα
Vertimai: καταμετρώ, ταιριάζω, σταματώ, ανακόπτω, αντιστοιχώ, κάνω, αναχαιτίζω, αγώνας, καρέ, σπίρτο, σκώμμα, συνταιριάζω, ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, ταιριάζει, ταιριάζουν, χωρέσει, χωράει, κατάλληλα