Vaizduoti graikiškai
Vertimas: vaizduoti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
ανταποκρίνομαι, αντιστοιχώ, αντιπροσωπεύω, συμφωνώ, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, την εικόνα, εικόνων
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: vaizduoti
vaizduoti zodynas, vaizduoti reiksme, vaizduoti sinonimas, vaizduoti kalbų žodynas graikų, vaizduoti graikiškai
Vertimai
- vaistinė graikiškai - φαρμακείο, φαρμακείου, φαρμακευτικής, φαρμακευτική, φαρμακείων
- vaivorykštė graikiškai - ουράνιο τόξο, ουράνιου τόξου, ουράνιο, τόξο, του ουράνιου τόξου
- vaizduotė graikiškai - φανταστικός, προτίμηση, γούστο, γουστάρω, φαντασία, τη φαντασία, φαντασίας, ...
- vakarai graikiškai - δύση, Δύση, Δυτική, West, Δυτικής, Δύσης
Atsitiktiniai žodžiai
Vaizduoti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: ανταποκρίνομαι, αντιστοιχώ, αντιπροσωπεύω, συμφωνώ, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, την εικόνα, εικόνων
Vertimai: ανταποκρίνομαι, αντιστοιχώ, αντιπροσωπεύω, συμφωνώ, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, την εικόνα, εικόνων