Vežti graikiškai

Vertimas: vežti, Žodynas: lietuvių » graikų

Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
μεταδίδω, οδηγώ, μεταφέρω, διαβιβάζω, χειράμαξα, κουβαλώ, μεταβιβάζω, αραμπάς, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Vežti graikiškai
Susiję žodžiai
Kitos kalbos

Susiję žodžiai: vežti

vesti sinonimai, vežti žmones krovininio automobilio kėbule, vežti linksniavimas, vežti busimasis laikas, vežti veža, vežti kalbų žodynas graikų, vežti graikiškai

Vertimai

  • veterinaras graikiškai - κτηνίατρος, κτηνιατρικός, κτηνίατρο, κτηνίατρό, τον κτηνίατρό, vet
  • vežimas graikiškai - κουβαλώ, αραμπάς, χειράμαξα, αποστολή, μεταφορά, αποστολής, φόρτωσης, ...
  • viadukas graikiškai - υδραγωγείο, υπέρπτησης, αερογέφυρα, flyover, ανισόπεδη διάβαση αυτοκινητόδρομου, ανισόπεδος κόμβος
  • vibracija graikiškai - δόνηση, τρεμουλιάζω, τρέμω, κραδασμός, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Vežti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: μεταδίδω, οδηγώ, μεταφέρω, διαβιβάζω, χειράμαξα, κουβαλώ, μεταβιβάζω, αραμπάς, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν