Vieta graikiškai
Vertimas: vieta, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
βούλα, τόπος, εντοπίζω, κάθισμα, τοποθεσία, μέρος, καθίζω, θέση, σπυρί, τοποθετώ, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: vieta
vieta kur trojos buta, vieta vestuvems, vieta kavine, vieta pagal ip, vieta po saule, vieta kalbų žodynas graikų, vieta graikiškai
Vertimai
- vienuolis graikiškai - καλόγερος, μοναχός, μοναχό, μοναχού, μοναχών
- vienuolynas graikiškai - μονή, αβαείο, μοναστήρι, μονής, μοναστηριού, Ιερά Μονή
- vieversys graikiškai - κορυδαλλός, Lark, Κορυδαλος, κορυδαλός, αφροντισία
- viešbutis graikiškai - ξενοδοχείο, ξενοδοχείου, το ξενοδοχείο, του ξενοδοχείου, ξενοδοχείων
Atsitiktiniai žodžiai
Vieta graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: βούλα, τόπος, εντοπίζω, κάθισμα, τοποθεσία, μέρος, καθίζω, θέση, σπυρί, τοποθετώ, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών
Vertimai: βούλα, τόπος, εντοπίζω, κάθισμα, τοποθεσία, μέρος, καθίζω, θέση, σπυρί, τοποθετώ, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών