Apģērbs grieķu valodā
Tulkojums: apģērbs, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
φόρεμα, ρούχα, ρουχισμός, ντύνομαι, φορώ, ντύνω, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, είδη ένδυσης, τα είδη ένδυσης
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: apģērbs
apģērbs jaundzimušajam, apģērbs grūtniecēm, apģērbs uz operu, apģērbs skriešanai, apģērbs makšķerniekiem, apģērbs valodas vārdnīca grieķu, apģērbs grieķu valodā
Tulkojumi
- apvienot grieķu valodā - συνενώνω, συγχωνεύομαι, ενοποιώ, συγχωνεύω, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, ...
- apvērsums grieķu valodā - επανάσταση, επανάστασης, περιστροφή, περιστροφής, επανάσταση του
- apņēmība grieķu valodā - σκοπός, αποφασιστικότητα, επίλυση, επιλύσει, την επίλυση, επιλύσουν, επιλύσετε
- apšaubāms grieķu valodā - αμφίβολος, αμφίβολο, επισφαλείς, αμφίβολη, επισφαλών
Nejauši vārdi
Apģērbs grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: φόρεμα, ρούχα, ρουχισμός, ντύνομαι, φορώ, ντύνω, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, είδη ένδυσης, τα είδη ένδυσης
Tulkojumi: φόρεμα, ρούχα, ρουχισμός, ντύνομαι, φορώ, ντύνω, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, είδη ένδυσης, τα είδη ένδυσης