Attaisnojums grieķu valodā
Tulkojums: attaisnojums, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
δικαιολογία, συγχωρώ, άλλοθι, αφορμή, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: attaisnojums
attaisnojums skolai, attaisnojums valodas vārdnīca grieķu, attaisnojums grieķu valodā
Tulkojumi
- atstarot grieķu valodā - ηχώ, αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, αντικατοπτρίζουν, αντανακλούν, αντικατοπτρίζει, αντανακλά, ...
- atstatums grieķu valodā - απόσταση, απόσταση για, απόσταση με, απόστασης, εξ αποστάσεως
- atteikties grieķu valodā - απορρίπτω, ξεπεσμός, κλίνω, μαρασμός, σκουπίδια, απορρίμματα, αρνούνται, ...
- atteikums grieķu valodā - όχι, κανένας, άρνηση, άρνησης, απαραδέκτου, απόρριψη, την άρνηση
Nejauši vārdi
Attaisnojums grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: δικαιολογία, συγχωρώ, άλλοθι, αφορμή, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση
Tulkojumi: δικαιολογία, συγχωρώ, άλλοθι, αφορμή, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση