Avots grieķu valodā
Tulkojums: avots, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
πηγή, ρίζα, άνοιξη, εκτινάσσομαι, βρύση, αναπηδώ, αρχή, προέλευση, έναρξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: avots
avots izdevniecība, avots aptieka, avots zelts, avots sia, avots lombards, avots valodas vārdnīca grieķu, avots grieķu valodā
Tulkojumi
- avantūrists grieķu valodā - εξερευνητής, τυχοδιώκτης, τυχοδιώκτη, adventurer, περιπέτειας, της περιπέτειας
- avene grieķu valodā - βατόμουρο, σμέουρο, σμέουρων, βατόμουρου, σμέουρου
- avs grieķu valodā - προβατίνα, προβατίνας, τις προβατίνες, για τις προβατίνες, ανά προβατίνα
- aģents grieķu valodā - μεσίτης, παράγων, πράκτορας, αντιπρόσωπος, μέσο, παράγοντα
Nejauši vārdi
Avots grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: πηγή, ρίζα, άνοιξη, εκτινάσσομαι, βρύση, αναπηδώ, αρχή, προέλευση, έναρξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Tulkojumi: πηγή, ρίζα, άνοιξη, εκτινάσσομαι, βρύση, αναπηδώ, αρχή, προέλευση, έναρξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές