Drausmīgs grieķu valodā
Tulkojums: drausmīgs, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
τρομερός, αποκρουστικός, φοβερός, απαίσιος, άσχημος, καταπληκτική, καταπληκτικό, τεράστια, τεράστιο, εξαιρετικό
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: drausmīgs
drausmīgs klepus, drausmīgs valodas vārdnīca grieķu, drausmīgs grieķu valodā
Tulkojumi
- draudēt grieķu valodā - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
- draugs grieķu valodā - αδελφός, φιλαράκος, κολλητός, αδερφός, φίλος, φίλη, φίλοι, ...
- drava grieķu valodā - μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι
- draņķis grieķu valodā - βρομιά, βόρβορος, κοπριά, σκουπίδια, χαμένη ευκαιρία, Άθλια, χαμένη ευκαιρία από, ...
Nejauši vārdi
Drausmīgs grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: τρομερός, αποκρουστικός, φοβερός, απαίσιος, άσχημος, καταπληκτική, καταπληκτικό, τεράστια, τεράστιο, εξαιρετικό
Tulkojumi: τρομερός, αποκρουστικός, φοβερός, απαίσιος, άσχημος, καταπληκτική, καταπληκτικό, τεράστια, τεράστιο, εξαιρετικό