Iekarot grieķu valodā
Tulkojums: iekarot, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
νικώ, ζουλώ, συνωστισμός, καβούκι, υπερνικώ, οβίδα, καταβάλλω, χτυπώ, συνθλίβω, κέλυφος, κατανικώ, δέρνω, κατακτήσουν, κατακτήσει, να κατακτήσει, κατακτήσετε, να κατακτήσουν
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: iekarot
iekarot vīrieti, iekarot sievieti, iekarot valodas vārdnīca grieķu, iekarot grieķu valodā
Tulkojumi
- iekaisums grieķu valodā - φλεγμονή, φλεγμονής, της φλεγμονής, τη φλεγμονή, φλεγμονές
- iekams grieķu valodā - προτού, πριν, πριν να, πριν από, ενώπιον
- iekārta grieķu valodā - εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
- iekļūt grieķu valodā - διατρυπώ, διαπερνώ, έρθετε σε, να έρθετε σε, έρθει σε, έρθουν σε, πάρει στο
Nejauši vārdi
Iekarot grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: νικώ, ζουλώ, συνωστισμός, καβούκι, υπερνικώ, οβίδα, καταβάλλω, χτυπώ, συνθλίβω, κέλυφος, κατανικώ, δέρνω, κατακτήσουν, κατακτήσει, να κατακτήσει, κατακτήσετε, να κατακτήσουν
Tulkojumi: νικώ, ζουλώ, συνωστισμός, καβούκι, υπερνικώ, οβίδα, καταβάλλω, χτυπώ, συνθλίβω, κέλυφος, κατανικώ, δέρνω, κατακτήσουν, κατακτήσει, να κατακτήσει, κατακτήσετε, να κατακτήσουν