Iztērēt grieķu valodā
Tulkojums: iztērēt, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
ρανίδα, μειώνομαι, σταγόνα, ξοδεύω, αναλώνω, δαπανήσει, δαπανούν, αναλωθούν, καταβάλουμε
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: iztērēt
iztērēt valodas vārdnīca grieķu, iztērēt grieķu valodā
Tulkojumi
- izturēšanās grieķu valodā - διαγωγή, διεξάγω, συμπεριφορά, μεταχείριση, φέρσιμο, θεραπεία, συμπεριφοράς, ...
- iztēle grieķu valodā - όραση, όραμα, φαντασία, τη φαντασία, φαντασίας, η φαντασία, την φαντασία
- izvarošana grieķu valodā - παράβαση, επιτίθεμαι, κράμβη, βιαιοπραγία, επίθεση, βιασμός, βιασμού, ...
- izveicīgs grieķu valodā - σέξι, εύστροφος, ικανός, εμπειρογνώμονας, κηλίδα, πανούργος, μουσίτσα, ...
Nejauši vārdi
Iztērēt grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: ρανίδα, μειώνομαι, σταγόνα, ξοδεύω, αναλώνω, δαπανήσει, δαπανούν, αναλωθούν, καταβάλουμε
Tulkojumi: ρανίδα, μειώνομαι, σταγόνα, ξοδεύω, αναλώνω, δαπανήσει, δαπανούν, αναλωθούν, καταβάλουμε