Kāts grieķu valodā
Tulkojums: kāts, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, κυνηγώ, παγανίζω, πιάνω, αμπάρι, στέλεχος, κράτημα, στείρα, μεταχειρίζομαι, χερούλι, μίσχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: kāts
teleskopiskais kāts, kāts quikfit, kāts mikrodžigam, selerijas kāts, karoga kāts, kāts valodas vārdnīca grieķu, kāts grieķu valodā
Tulkojumi
- kārts grieķu valodā - κάρτα, κάρτας, καρτών, της κάρτας, την κάρτα
- kārtība grieķu valodā - παραγγελία, χειροτονία, εντολή, προσταγή, παραγγέλλω, διαταγή, προκειμένου, ...
- kļava grieķu valodā - σφεντάμι, Maple, σφενδάμου, σφενδάμνου, σφενδάμι
- kļūda grieķu valodā - λάθος, φτιάξιμο, σφάλμα, σφάλματος, λάθους, πλάνη
Nejauši vārdi
Kāts grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, κυνηγώ, παγανίζω, πιάνω, αμπάρι, στέλεχος, κράτημα, στείρα, μεταχειρίζομαι, χερούλι, μίσχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Tulkojumi: λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, κυνηγώ, παγανίζω, πιάνω, αμπάρι, στέλεχος, κράτημα, στείρα, μεταχειρίζομαι, χερούλι, μίσχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων