Kupris grieķu valodā
Tulkojums: kupris, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
κύρτωμα, καρούμπαλο, καμπούρα, φλεγμονή, διογκώνω, πρήξιμο, κραδασμός, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: kupris
kupris farm, kupris tree service, kupris bakery, kupris mugura, kupris artist, kupris valodas vārdnīca grieķu, kupris grieķu valodā
Tulkojumi
- kupeja grieķu valodā - μέρος, ζευγάρι, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
- kupols grieķu valodā - αψίδα, τρούλος, καμάρα, θόλος, θόλο, θόλου, τρούλο
- kur grieķu valodā - που, όπου, όταν, εφόσον
- kuram grieķu valodā - ποιόν, οποίους, οποίο, τους οποίους, οποίων
Nejauši vārdi
Kupris grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: κύρτωμα, καρούμπαλο, καμπούρα, φλεγμονή, διογκώνω, πρήξιμο, κραδασμός, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος
Tulkojumi: κύρτωμα, καρούμπαλο, καμπούρα, φλεγμονή, διογκώνω, πρήξιμο, κραδασμός, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος