Locīties grieķu valodā
Tulkojums: locīties, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
στροφή, καμπυλώνεται, σκύβω, γέρνω, κουλουριάζω, σπαρταρώ, συστρέφομαι, συστροφής από πόνο, σφαδάζω
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: locīties
locīties valodas vārdnīca grieķu, locīties grieķu valodā
Tulkojumi
- locīt grieķu valodā - καμπυλώνεται, στροφή, γέρνω, σκύβω, κάμψη, κάμψης, καμπή, ...
- locītava grieķu valodā - διάρθρωση, κοψίδι, κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοινή, κοινού, ...
- lode grieķu valodā - σφαίρα, υφήλιος, μπάλα, κουβάρι, γυμνοσάλιαγκας, γυμνοσάλιαγκα, περιθωρίου τυπογραφικού, ...
- logaritms grieķu valodā - λογάριθμος, λογάριθμο, λογαρίθμου, λογάριθμο της, λογάριθμου
Nejauši vārdi
Locīties grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: στροφή, καμπυλώνεται, σκύβω, γέρνω, κουλουριάζω, σπαρταρώ, συστρέφομαι, συστροφής από πόνο, σφαδάζω
Tulkojumi: στροφή, καμπυλώνεται, σκύβω, γέρνω, κουλουριάζω, σπαρταρώ, συστρέφομαι, συστροφής από πόνο, σφαδάζω