Nabadzība grieķu valodā
Tulkojums: nabadzība, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
φτώχεια, πενία, μιζέρια, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: nabadzība
nabadzība latvijā, nabadzība nabadzība iepūt man, nabadzība latvijā 2013, nabadzība latvijā statistika, nabadzība pasaulē, nabadzība valodas vārdnīca grieķu, nabadzība grieķu valodā
Tulkojumi
- mūžība grieķu valodā - αιωνιότητα, άπειρο, την αιωνιότητα, αιωνιότητας, αιώνια, στην αιωνιότητα
- mūžīgs grieķu valodā - παντοτινός, ενδελεχής, αιώνιος, αιώνια, αιώνιο, αιώνιας, την αιώνια
- nabadzīgs grieķu valodā - ελεεινός, οικτρός, φτωχός, αξιολύπητος, πενιχρός, καημένος, άτυχος, ...
- nacionalitāte grieķu valodā - υπηκοότητα, ιθαγένεια, εθνότητα, εθνικότητα, εθνικότητας, εθνότητας, την εθνικότητα
Nejauši vārdi
Nabadzība grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: φτώχεια, πενία, μιζέρια, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια
Tulkojumi: φτώχεια, πενία, μιζέρια, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια