Nolūks grieķu valodā
Tulkojums: nolūks, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
πρόθεση, χρήση, ρόλος, χρησιμοποιώ, σχεδιασμός, βλέψη, λειτουργία, προαίρεση, σκοπός, δεξίωση, σκοπεύω, αποβλέπω, λειτουργώ, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: nolūks
ceļojuma nolūks, komunikācijas nolūks, komandējuma nolūks, komunikatīvs nolūks, komunikatīvais nolūks, nolūks valodas vārdnīca grieķu, nolūks grieķu valodā
Tulkojumi
- noliktava grieķu valodā - μαγαζί, αποθηκεύω, βάζω, αποθήκευση, αποθήκη, αποθήκης, αποθήκες, ...
- nolādēts grieķu valodā - κολασμένος, καταραμένος, κολασμένων, damned, αναθεματισμένο, καταραμένων
- noma grieķu valodā - ενοικιάζω, ενοίκιο, νοίκι, ενοικίου, Ενοικίαση, Ενοικίαση για, ενοικίασης
- nomads grieķu valodā - νομάς, νομάδων, νομαδική, νομαδικές
Nejauši vārdi
Nolūks grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: πρόθεση, χρήση, ρόλος, χρησιμοποιώ, σχεδιασμός, βλέψη, λειτουργία, προαίρεση, σκοπός, δεξίωση, σκοπεύω, αποβλέπω, λειτουργώ, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού
Tulkojumi: πρόθεση, χρήση, ρόλος, χρησιμοποιώ, σχεδιασμός, βλέψη, λειτουργία, προαίρεση, σκοπός, δεξίωση, σκοπεύω, αποβλέπω, λειτουργώ, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού