Nomale grieķu valodā
Tulkojums: nomale, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
παρυφές, κρόσσι, φράντζα, περιφέρεια, περίχωρα, προάστια, στα περίχωρα, στα προάστια
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: nomale
normale berechnen, trakā nomale, normale italian, normale pisa, normale blutzuckerwerte, nomale valodas vārdnīca grieķu, nomale grieķu valodā
Tulkojumi
- noma grieķu valodā - ενοικιάζω, ενοίκιο, νοίκι, ενοικίου, Ενοικίαση, Ενοικίαση για, ενοικίασης
- nomads grieķu valodā - νομάς, νομάδων, νομαδική, νομαδικές
- nometne grieķu valodā - καταυλισμός, στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
- nomnieks grieķu valodā - ένοικος, κολίγας, νοικάρης, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
Nejauši vārdi
Nomale grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: παρυφές, κρόσσι, φράντζα, περιφέρεια, περίχωρα, προάστια, στα περίχωρα, στα προάστια
Tulkojumi: παρυφές, κρόσσι, φράντζα, περιφέρεια, περίχωρα, προάστια, στα περίχωρα, στα προάστια