Oficiants grieķu valodā
Tulkojums: oficiants, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
τραπεζοκόμος, σερβιτόρος, σερβιτόρο, σερβιτόρου, ο σερβιτόρος, γκαρσόνι
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: oficiants
wedding officiants, oficiants ir, oficiants vakances, oficiants alga, oficiants valodas vārdnīca grieķu, oficiants grieķu valodā
Tulkojumi
- observatorija grieķu valodā - παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, Παρατηρητήριο για
- ods grieķu valodā - κουνούπι, μουσίτσα, κουνουπιών, κουνούπια, κουνουπιού, των κουνουπιών
- oficiāls grieķu valodā - επίσημος, αξιωματικός, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο
- oga grieķu valodā - ρόγα, μούρο, μούρων, μούρα, θάμνων, το μούρο
Nejauši vārdi
Oficiants grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: τραπεζοκόμος, σερβιτόρος, σερβιτόρο, σερβιτόρου, ο σερβιτόρος, γκαρσόνι
Tulkojumi: τραπεζοκόμος, σερβιτόρος, σερβιτόρο, σερβιτόρου, ο σερβιτόρος, γκαρσόνι