Patēriņš grieķu valodā
Tulkojums: patēriņš, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
κατανάλωση, δαπάνη, φθίση, δαπάνες, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: patēriņš
kaloriju patēriņš, patēriņš un patērētājs, patēriņš definīcija, patēriņš ietaupījumi investīcijas, elektroenerģijas patēriņš, patēriņš valodas vārdnīca grieķu, patēriņš grieķu valodā
Tulkojumi
- patversme grieķu valodā - τόπος, τοποθετώ, μέρος, άσυλο, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, ...
- patvērums grieķu valodā - φυγαδεύω, φωλιάζω, λιμάνι, καταφύγιο, άσυλο, ασυλία, στέγη, ...
- patērētājs grieķu valodā - καταναλωτής, καταναλωτών, καταναλωτή, των καταναλωτών, καταναλωτές
- patīkams grieķu valodā - καραμέλα, αξιαγάπητος, ευχάριστος, φιλικός, ωραίος, πρόσχαρος, γλυκός, ...
Nejauši vārdi
Patēriņš grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: κατανάλωση, δαπάνη, φθίση, δαπάνες, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
Tulkojumi: κατανάλωση, δαπάνη, φθίση, δαπάνες, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από