Sūkt grieķu valodā
Tulkojums: sūkt, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
θηλάζω, γλείφω, ρουφώ, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Citas Valodas
Saistīti vārdi: sūkt
sūkt valodas vārdnīca grieķu, sūkt grieķu valodā
Tulkojumi
- sūknis grieķu valodā - αντλία, τρόμπα, φουσκώνω, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
- sūknēt grieķu valodā - φουσκώνω, αντλία, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
- sūna grieķu valodā - βρύο, βρύα, σφάγνου, βρύων, βρύου
- sūtījums grieķu valodā - δεσμίδα, μάτσο, δέμα, σωριάζω, τσουβαλιάζω, αποστολή, αποστολής, ...
Nejauši vārdi
Sūkt grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: θηλάζω, γλείφω, ρουφώ, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Tulkojumi: θηλάζω, γλείφω, ρουφώ, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το