Saliekt grieķu valodā
Tulkojums: saliekt, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
απατεώνας, καμπύλη, κακοποιός, καμπυλώνω, κυρτώνω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: saliekt
saliekt karoti, saliekt valodas vārdnīca grieķu, saliekt grieķu valodā
Tulkojumi
- saldināt grieķu valodā - γλυκαίνω, γλυκάνει, γλυκάνουν, γλύκανση των, γλυκάνετε
- salds grieķu valodā - καραμέλα, γλυκός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
- sals grieķu valodā - παγετός, παγωνιά, πάχνη, κρουσταλλιάζω, παχνιάζομαι, παγώνω, καταψύχω, ...
- salvete grieķu valodā - χαρτοπετσέτα, πετσέτα, πετσετάκι, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα
Nejauši vārdi
Saliekt grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: απατεώνας, καμπύλη, κακοποιός, καμπυλώνω, κυρτώνω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Tulkojumi: απατεώνας, καμπύλη, κακοποιός, καμπυλώνω, κυρτώνω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής