Skice grieķu valodā
Tulkojums: skice, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
μελέτη, γραφείο, σκίτσο, σπουδάζω, σπουδές, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: skice
skice za crtanje, skice katastarskih parcela, slice meaning, skice kuca, skice air conditioners, skice valodas vārdnīca grieķu, skice grieķu valodā
Tulkojumi
- skelets grieķu valodā - πλαισιώνω, σώμα, σκελετός, πλαίσιο, σκελετό, σκελετού, του σκελετού
- skepticisms grieķu valodā - σκεπτικισμός, σκεπτικισμό, σκεπτικισμού, τον σκεπτικισμό, ο σκεπτικισμός
- skola grieķu valodā - σχολείο, σχολείου, το σχολείο, σχολή, του σχολείου
- skolotājs grieķu valodā - καθηγητής, δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
Nejauši vārdi
Skice grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: μελέτη, γραφείο, σκίτσο, σπουδάζω, σπουδές, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Tulkojumi: μελέτη, γραφείο, σκίτσο, σπουδάζω, σπουδές, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα