Speciālists grieķu valodā
Tulkojums: speciālists, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
εμπειρογνώμονας, ειδικός, αφέντης, δεξιοτέχνης, μετρ, κύριος, εμπειρογνώμων, ειδικό, εξειδικευμένο, εξειδικευμένων, εξειδικευμένες
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: speciālists
speciālists policijas darbā, speciālists filma, loģistikas speciālists, speciālists kriminālprocesā, speciālists bērnu tiesību aizsardzības jautājumos, speciālists valodas vārdnīca grieķu, speciālists grieķu valodā
Tulkojumi
- spalva grieķu valodā - μαλλιά, γούνα, λοφίο, φτέρωμα, τρίχα, φτερό, τρίχωμα, ...
- spazma grieķu valodā - κράμπα, σύσπαση, σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς
- spektrs grieķu valodā - φάσμα, φάσματος, ραδιοφάσματος, το φάσμα, του ραδιοφάσματος
- sperma grieķu valodā - σπέρμα, σπέρματος, του σπέρματος, σπερματοζωαρίων, το σπέρμα
Nejauši vārdi
Speciālists grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: εμπειρογνώμονας, ειδικός, αφέντης, δεξιοτέχνης, μετρ, κύριος, εμπειρογνώμων, ειδικό, εξειδικευμένο, εξειδικευμένων, εξειδικευμένες
Tulkojumi: εμπειρογνώμονας, ειδικός, αφέντης, δεξιοτέχνης, μετρ, κύριος, εμπειρογνώμων, ειδικό, εξειδικευμένο, εξειδικευμένων, εξειδικευμένες