Treniņš grieķu valodā
Tulkojums: treniņš, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Citas Valodas
Saistīti vārdi: treniņš
treniņš visam ķermenim, treniņš kājām, treniņš mežaparkā, treniņš dibenam, treniņš uz eliptiskā trenažiera, treniņš valodas vārdnīca grieķu, treniņš grieķu valodā
Tulkojumi
- traģisks grieķu valodā - τραγικός, τραγική, τραγικό, τραγικά, τραγικές
- trekns grieķu valodā - χοντρός, χόνδρος, λίπος, ώριμος, ώριμο, ώριμη, γλυκόπιοτο, ...
- trenēt grieķu valodā - εκπαιδεύω, τρένο, μορφώνω, αμαξοστοιχία, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
- trenēties grieķu valodā - αναπτύσσω, αμαξοστοιχία, αναπτύσσομαι, εκπαιδεύω, τρένο, μορφώνω, τραίνο, ...
Nejauši vārdi
Treniņš grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Tulkojumi: εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση