Uzvedība grieķu valodā
Tulkojums: uzvedība, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, διεξάγω, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, της συμπεριφοράς
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: uzvedība
uzvedība pie galda, uzvedība muzejā, uzvedība latvijā, uzvedība uz ielas, uzvedība vācijā, uzvedība valodas vārdnīca grieķu, uzvedība grieķu valodā
Tulkojumi
- uzvarēt grieķu valodā - ζουλώ, καταβάλλω, υπερνικώ, οβίδα, κέλυφος, καβούκι, δέρνω, ...
- uzvarētājs grieķu valodā - νικητής, νικητή, νικήτρια, νικητής του, ο νικητής
- uzvešanās grieķu valodā - διεξάγω, φέρσιμο, διαγωγή, συμπεριφορά, η συμπεριφορά, την συμπεριφορά
- uzvārds grieķu valodā - επίθετο, επώνυμο, επωνύμου, το επώνυμο, επώνυμό
Nejauši vārdi
Uzvedība grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, διεξάγω, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, της συμπεριφοράς
Tulkojumi: διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, διεξάγω, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, της συμπεριφοράς