Zinātkārs grieķu valodā
Tulkojums: zinātkārs, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
εικαστικός, θεωρητικός, αδιάκριτος, κερδοσκοπικός, υποθετικός, περίεργος, περίεργο, περίεργα, αδιάκριτο, περιέργεια
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: zinātkārs
zinātkārs cilvēks, zinātkārs valodas vārdnīca grieķu, zinātkārs grieķu valodā
Tulkojumi
- zils grieķu valodā - μπλε, γαλάζιο, γαλάζια, το μπλε, blue
- zilums grieķu valodā - μώλωπας, μελανιά, μελανιάζω, μώλωπα, εκχύμωση, εκχυμώσεων
- zinātne grieķu valodā - επιστήμη, επιστήμης, την επιστήμη, της επιστήμης, η επιστήμη
- zinātnisks grieķu valodā - επιστημονικός, επιστημονική, επιστημονικών, επιστημονικές, επιστημονικής
Nejauši vārdi
Zinātkārs grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: εικαστικός, θεωρητικός, αδιάκριτος, κερδοσκοπικός, υποθετικός, περίεργος, περίεργο, περίεργα, αδιάκριτο, περιέργεια
Tulkojumi: εικαστικός, θεωρητικός, αδιάκριτος, κερδοσκοπικός, υποθετικός, περίεργος, περίεργο, περίεργα, αδιάκριτο, περιέργεια