Buigzaam in het grieks
Vertaling: buigzaam, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
εύκαμπτος, ευλύγιστος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: buigzaam
buigzaam antoniemen, buigzaam engels, buigzaam grammatica, buigzaam hardhout, buigzaam hout, buigzaam talen woordenboek grieks, buigzaam in het grieks
Vertalingen
- buigen in het grieks - καμπυλώνεται, κακοποιός, γέρνω, στροφή, απατεώνας, σκύβω, λυγίζω, ...
- buiging in het grieks - κάμψη, κάμψης, την κάμψη, κάμψη του, κάμψεως
- buik in het grieks - κοιλιά, στομάχι, συντεχνία, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, κοιλιά της
- buikloop in het grieks - διάρροια, διάρροιας, η διάρροια, τη διάρροια, της διάρροιας
Willekeurige woorden
Buigzaam in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: εύκαμπτος, ευλύγιστος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο
Vertalingen: εύκαμπτος, ευλύγιστος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο