Gewest in het grieks
Vertaling: gewest, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
αρμοδιότητα, μερίδιο, χωρίζω, κυριαρχία, έδαφος, επαρχία, περιοχή, περιοχής, περιφέρεια, περιφέρειας, την περιοχή
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: gewest
gewest 13, gewest antoniemen, gewest betekenis, gewest engels, gewest friesland, gewest talen woordenboek grieks, gewest in het grieks
Vertalingen
- gewelf in het grieks - κάβα, θόλος, θόλο, θησαυροφυλάκιο, καμάρας, υπόγειο θάλαμο
- gewend in het grieks - συνηθισμένος, συνηθίσει, εξοικειωμένοι, συνηθισμένοι, εξοικειωθούν
- gewestelijk in het grieks - περιφερειακός, περιφερειακών, περιφερειακές, περιφερειακό, περιφερειακή
- geweten in het grieks - συνείδηση, συνείδησης, συνείδησή, της συνείδησης, συνειδήσεως
Willekeurige woorden
Gewest in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: αρμοδιότητα, μερίδιο, χωρίζω, κυριαρχία, έδαφος, επαρχία, περιοχή, περιοχής, περιφέρεια, περιφέρειας, την περιοχή
Vertalingen: αρμοδιότητα, μερίδιο, χωρίζω, κυριαρχία, έδαφος, επαρχία, περιοχή, περιοχής, περιφέρεια, περιφέρειας, την περιοχή