Nering in het grieks
Vertaling: nering, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
εμπόριο, δουλειές, επάγγελμα, επιτήδευμα, υπόθεση, δουλειά, επιχείρηση, Εμπορίου, Εμπορικό, Commerce, το εμπόριο
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: nering
lange nering, lange nering emmeloord, nering antoniemen, nering betekenis, nering bogel, nering talen woordenboek grieks, nering in het grieks
Vertalingen
- neologisme in het grieks - νεολογισμός, νεολογισμό, νεολογισμού, νεολογισμό που
- nerf in het grieks - πλευρό, φλέβα, σιτηρά, κόκκος, σιτηρών, κόκκους, κόκκων
- neringdoende in het grieks - μαγαζάτορας, βιοτέχνης, έμπορος, έμπορο, τεχνίτη, εμπόρου
- nerveus in het grieks - αγχώδης, ανήσυχος, νευρικός, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό
Willekeurige woorden
Nering in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: εμπόριο, δουλειές, επάγγελμα, επιτήδευμα, υπόθεση, δουλειά, επιχείρηση, Εμπορίου, Εμπορικό, Commerce, το εμπόριο
Vertalingen: εμπόριο, δουλειές, επάγγελμα, επιτήδευμα, υπόθεση, δουλειά, επιχείρηση, Εμπορίου, Εμπορικό, Commerce, το εμπόριο