Raadgeving in het grieks
Vertaling: raadgeving, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
καμαρίλα, κατεύθυνση, συμβουλή, χειραγωγία, συμβουλεύω, καθοδήγηση, συνήγορος, δικηγόρος, σύμβουλος, σύμβουλο
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: raadgeving
de veluwe raadgeving, kwantes raadgeving, raadgeving antoniemen, raadgeving betekenis, raadgeving definitie, raadgeving talen woordenboek grieks, raadgeving in het grieks
Vertalingen
- raad in het grieks - κατεύθυνση, δήμος, χειραγωγία, συμβούλιο, συμβουλεύω, καθοδήγηση, καμαρίλα, ...
- raadgever in het grieks - σύμβουλος, σύμβουλο, συμβούλου, σύμβουλο για, δικηγόρος
- raadplegen in het grieks - ανατρέχω, συμβουλεύομαι, συμβουλευτείτε, συμβουλεύεται, συμβουλευθείτε, διαβουλεύεται, συμβουλεύονται
- raadsel in het grieks - γρίφος, μυστήριο, μυστικός, κοσκινίζω, απόρρητος, αίνιγμα, προβληματίζω, ...
Willekeurige woorden
Raadgeving in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: καμαρίλα, κατεύθυνση, συμβουλή, χειραγωγία, συμβουλεύω, καθοδήγηση, συνήγορος, δικηγόρος, σύμβουλος, σύμβουλο
Vertalingen: καμαρίλα, κατεύθυνση, συμβουλή, χειραγωγία, συμβουλεύω, καθοδήγηση, συνήγορος, δικηγόρος, σύμβουλος, σύμβουλο