Weelderig in het grieks
Vertaling: weelderig, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
διεξοδικός, άφθονος, πολυτελής, εκτεταμένος, πλούσια, πλούσιο, πυκνή, οργιώδη, άφθονη
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: weelderig
weelderig antoniemen, weelderig betekenis, weelderig deel van de wet, weelderig engels, weelderig grammatica, weelderig talen woordenboek grieks, weelderig in het grieks
Vertalingen
- weelde in het grieks - πολυτελής, πολυτέλεια, πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
- weeldeartikel in het grieks - πολυτέλεια, πολυτελής, Άρθρο, Το άρθρο, άρθρου, του άρθρου, αντικείμενο
- weelderigheid in het grieks - πολυτελής, πολυτέλεια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση
- weemoed in het grieks - κατήφεια, μελαγχολία, μελαγχολίας, μελαγχολική, μελαγχολικό, τη μελαγχολία
Willekeurige woorden
Weelderig in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: διεξοδικός, άφθονος, πολυτελής, εκτεταμένος, πλούσια, πλούσιο, πυκνή, οργιώδη, άφθονη
Vertalingen: διεξοδικός, άφθονος, πολυτελής, εκτεταμένος, πλούσια, πλούσιο, πυκνή, οργιώδη, άφθονη