Aktor på gresk
Oversettelse: aktor, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: aktor
aktor anders behring breivik, aktor antonymer, aktor betydning, aktor engelsk, aktor grammatikk, aktor språk ordbok gresk, aktor på gresk
Oversettelser
- aktivere på gresk - ενεργοποιώ, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιούν, ενεργοποιήσει, ενεργοποιήσεις το, να ενεργοποιήσεις
- aktivitet på gresk - δραστηριότητα, δράση, αγωγή, επενέργεια, διάβημα, δραστηριότητας, δραστικότητα, ...
- aktuell på gresk - ρεύμα, τωρινός, τοπικός, τοπική, τοπικής, επίκαιρο, επίκαιρα
- aktverdig på gresk - έντιμος, άξιος, ευυπόληπτος, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστους, έγκριτο
Tilfeldige ord
Aktor på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του
Oversettelser: κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του