Attføring på gresk
Oversettelse: attføring, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
αποκατάσταση, αποκατάστασης, την αποκατάσταση, της αποκατάστασης, επανένταξης
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: attføring
attføring antonymer, attføring bergen, attføring betydning, attføring definisjon, attføring engelsk, attføring språk ordbok gresk, attføring på gresk
Oversettelser
- atspredelse på gresk - αναψυχή, αναψυχής, ψυχαγωγία, ψυχαγωγίας, την αναψυχή
- attest på gresk - πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
- attributt på gresk - ακίνητο, περιουσία, ιδιότητα, σπίτι, κτήμα, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, ...
- aure på gresk - πέστροφα, αποκαταστάσεις, αναπαλαιώσεις, αποκαταστάσεων, Αναστηλώσεις, αποκαταστάσεις διατηρητέων
Tilfeldige ord
Attføring på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: αποκατάσταση, αποκατάστασης, την αποκατάσταση, της αποκατάστασης, επανένταξης
Oversettelser: αποκατάσταση, αποκατάστασης, την αποκατάσταση, της αποκατάστασης, επανένταξης