Begå på gresk
Oversettelse: begå, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
δεσμεύω, διαπράττω, κάνω, διάπραξη, διαπράττουν, διαπράττει, τη διάπραξη, τη δέσμευση
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: begå
begå antonymer, begå betydning, begå brott utomlands, begå definisjon, begå eller ta självmord, begå språk ordbok gresk, begå på gresk
Oversettelser
- begynne på gresk - ξεκίνημα, αρχή, ξεκινώ, αρχίζω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ...
- begynnelse på gresk - ξεκινώ, έναρξη, αρχίζω, πρώτος, ξεκίνημα, αρχή, αρχίζει, ...
- behag på gresk - ζήλος, απολαυστικός, ευχάριστη, ευχάριστο, ευχάριστες, απολαυστική
- behage på gresk - παρακαλώ, ευχαριστώ, παρακαλούμε, παρακαλείστε να, παρακαλείστε, παρακαλούμε να
Tilfeldige ord
Begå på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: δεσμεύω, διαπράττω, κάνω, διάπραξη, διαπράττουν, διαπράττει, τη διάπραξη, τη δέσμευση
Oversettelser: δεσμεύω, διαπράττω, κάνω, διάπραξη, διαπράττουν, διαπράττει, τη διάπραξη, τη δέσμευση