Begavet på gresk
Oversettelse: begavet, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
προικισμένος, ταλαντούχος, προικισμένων, προικισμένα, προικισμένους
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: begavet
begavet antonymer, begavet baby, begavet barn, begavet barn 2 år, begavet barn test, begavet språk ordbok gresk, begavet på gresk
Oversettelser
- befrielse på gresk - εκκρίνω, χειραφέτηση, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, απελευθέρωση, λύτρωση, την απελευθέρωση, ...
- befruktning på gresk - γονιμοποίηση, γονιμοποίησης, λίπανση, λίπανσης, τη γονιμοποίηση
- begeistret på gresk - ενθουσιασμένος, ενθουσιασμένοι, συγκινημένος, ενθουσιασμένη, ενθουσιασμένος για
- beger på gresk - φλιτζάνι, κύπελλο, δοχείο, κούπα, ποτήρι ζέσεως, ποτήρι ζέσεως των
Tilfeldige ord
Begavet på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: προικισμένος, ταλαντούχος, προικισμένων, προικισμένα, προικισμένους
Oversettelser: προικισμένος, ταλαντούχος, προικισμένων, προικισμένα, προικισμένους