Bestyrtelse på gresk
Oversettelse: bestyrtelse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
τρόμος, ανησυχία, άγχος, κατατρομάζω, κατάπληξη, ταραχή, κατάπληξή, του αγανάκτηση για, του αγανάκτηση
Andre språk
Relaterte ord: bestyrtelse
bestyrtelse antonymer, bestyrtelse betyder, bestyrtelse betydning, bestyrtelse definisjon, bestyrtelse engelsk, bestyrtelse språk ordbok gresk, bestyrtelse på gresk
Oversettelser
- bestråling på gresk - ακτινοβολία, ακτινοβόληση, ακτινοβολίας, ακτινοβόλησης, την ακτινοβόληση
- bestyrer på gresk - διαχειριστές, διευθυντικά στελέχη, διευθυντές, διαχειριστών, οι διαχειριστές
- bestå på gresk - αποτελούνται, αποτελείται, συνίστανται, συνίσταται, να αποτελείται
- besvare på gresk - απάντηση, απαντώ, απάντησης, απάντησή, απαντήσεως, κρίνοντας
Tilfeldige ord
Bestyrtelse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: τρόμος, ανησυχία, άγχος, κατατρομάζω, κατάπληξη, ταραχή, κατάπληξή, του αγανάκτηση για, του αγανάκτηση
Oversettelser: τρόμος, ανησυχία, άγχος, κατατρομάζω, κατάπληξη, ταραχή, κατάπληξή, του αγανάκτηση για, του αγανάκτηση