Betoning på gresk
Oversettelse: betoning, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
έμφαση, τονίζω, άγχος, τόνος, στρες, τονισμός, τονισμού, τονισμό, όξυνση, τον τονισμό
Andre språk
Relaterte ord: betoning
betoning antonymer, betoning av ord, betoning av svenska ord, betoning betydning, betoning definisjon, betoning språk ordbok gresk, betoning på gresk
Oversettelser
- betone på gresk - άγχος, τόνος, στρες, τονίζω
- betong på gresk - μπετό, μπετόν, συγκεκριμένος, σκυρόδεμα, Σκυροδέματος, από σκυρόδεμα, Μπετόν, ...
- betrakte på gresk - θεωρώ, μετρώ, κόμης, θεωρούνται, θεωρείται, θεωρηθεί, θεωρείται ότι, ...
- betraktning på gresk - περισυλλογή, στοχασμός, διαλογισμός, Λαμβάνοντας υπόψη, Θεωρώντας, υπόψη, Εκτιμώντας, ...
Tilfeldige ord
Betoning på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: έμφαση, τονίζω, άγχος, τόνος, στρες, τονισμός, τονισμού, τονισμό, όξυνση, τον τονισμό
Oversettelser: έμφαση, τονίζω, άγχος, τόνος, στρες, τονισμός, τονισμού, τονισμό, όξυνση, τον τονισμό