Elde på gresk
Oversettelse: elde, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
εποχή, ηλικία, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: elde
elde antonymer, elde betydning, elde definisjon, elde engelsk, elde gartneri, elde språk ordbok gresk, elde på gresk
Oversettelser
- elastisitet på gresk - ελαστικότητα, την ελαστικότητα, την ελαστικότητά, της ελαστικότητας, ελαστικότητα του
- elastisk på gresk - ανθεκτικός, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελαστικού, ελαστικών
- eldes på gresk - ηλικία, εποχή, ηλικίες, ηλικιών, ηλικίας, των ηλικιών, τις ηλικίες
- elefant på gresk - ελέφαντας, ελέφαντα, ελεφάντων, ελέφαντες, του ελέφαντα
Tilfeldige ord
Elde på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: εποχή, ηλικία, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του
Oversettelser: εποχή, ηλικία, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του