Forbrytelse på gresk
Oversettelse: forbrytelse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: forbrytelse
forbrytelse antonymer, forbrytelse betydning, forbrytelse definisjon, forbrytelse dom og straff, forbrytelse engelsk, forbrytelse språk ordbok gresk, forbrytelse på gresk
Oversettelser
- forbruk på gresk - δαπάνες, δαπάνη, φθίση, κατανάλωση, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, ...
- forbrukeravgift på gresk - ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης
- forbryter på gresk - κακούργος, παρανυχίδα, εγκληματία, Παρανυχίδες, παρωνυχίδα
- forbud på gresk - αποκλεισμός, αποκλείω, απαγόρευση, απαγορεύω, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, ...
Tilfeldige ord
Forbrytelse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
Oversettelser: έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα