Forrest på gresk
Oversettelse: forrest, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
μπροστινός, εμπρός, μπρος, Forrest, δάσος, Φόρεστ, δάσος με
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: forrest
forest, forest and brown, forest gump, forrest antonymer, forrest betydning, forrest språk ordbok gresk, forrest på gresk
Oversettelser
- forpurre på gresk - ματαιώνω, αποτρέπω, ματαιώσει, ματαιώσουν, ματαίωση, εμποδίσει, οδηγήσουν σε ματαίωση
- forrang på gresk - προτεραιότητα, πρωτείο, υπεροχή, υπεροχής, πρωτοκαθεδρία, πρωτοκαθεδρίας
- forretning på gresk - βάζω, επιτήδευμα, επάγγελμα, ύλη, δουλειές, ανησυχία, αποθηκεύω, ...
- forretningsaktivitet på gresk - δουλειά, επιχείρηση, υπόθεση, δουλειές, επιχειρηματική δραστηριότητα, επιχειρηματικής δραστηριότητας, επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ...
Tilfeldige ord
Forrest på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: μπροστινός, εμπρός, μπρος, Forrest, δάσος, Φόρεστ, δάσος με
Oversettelser: μπροστινός, εμπρός, μπρος, Forrest, δάσος, Φόρεστ, δάσος με