Forutsetning på gresk
Oversettelse: forutsetning, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
υπόθεση, πρόκριση, κατάστημα, οίκημα, προαπαιτούμενο, προϋπόθεση, απαραίτητη προϋπόθεση, προϋπόθεση για, αποτελεί προϋπόθεση
Andre språk
Relaterte ord: forutsetning
forutsetning antonymer, forutsetning betydning, forutsetning betyr, forutsetning definisjon, forutsetning engelsk, forutsetning språk ordbok gresk, forutsetning på gresk
Oversettelser
- foruten på gresk - άλλωστε, εκτός, εκτός από, εκτός αυτού, πέρα από
- forutse på gresk - προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουμε, προβλέψει, να προβλέψει
- forutsette på gresk - υποθέτω, μαντεύω, υπολογίζω, εικασία, υποτίθεται, φαντάζομαι, υποθέτοντας, ...
- forutsi på gresk - προβλέπω, προλέγω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουμε, προβλέψει, να προβλέψει
Tilfeldige ord
Forutsetning på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: υπόθεση, πρόκριση, κατάστημα, οίκημα, προαπαιτούμενο, προϋπόθεση, απαραίτητη προϋπόθεση, προϋπόθεση για, αποτελεί προϋπόθεση
Oversettelser: υπόθεση, πρόκριση, κατάστημα, οίκημα, προαπαιτούμενο, προϋπόθεση, απαραίτητη προϋπόθεση, προϋπόθεση για, αποτελεί προϋπόθεση