Funn på gresk
Oversettelse: funn, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα, ευρήματα, διαπιστώσεις, πορίσματα, τα ευρήματα, συμπεράσματα
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: funn
arkeologiske funn, fun facts, fun loom, funn antonymer, funn av olje i norge, funn språk ordbok gresk, funn på gresk
Oversettelser
- fullstendig på gresk - πλήρης, σύνολο, πλήρως, απόλυτος, καθαρός, εκστομίζω, άρτιος, ...
- funksjon på gresk - δεξίωση, σκοπός, λειτουργώ, λειτουργία, λειτουργίας, συνάρτηση, τη λειτουργία, ...
- fure på gresk - αυλάκι, ρυτιδώνω, ρυτίδα, ζάρα, ζάρωμα, χαντάκι, πτυχή, ...
- furu på gresk - πεύκο, πεύκα, πεύκου, πεύκης, πεύκων
Tilfeldige ord
Funn på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα, ευρήματα, διαπιστώσεις, πορίσματα, τα ευρήματα, συμπεράσματα
Oversettelser: ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα, ευρήματα, διαπιστώσεις, πορίσματα, τα ευρήματα, συμπεράσματα