Hvil på gresk
Oversettelse: hvil, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, ησυχασμός, ανάπαυσης, ανάπαυση, ηρεμίας, ηρεμία, που στηρίζεται
Andre språk
Relaterte ord: hvil
hvil antonymer, hvil betydning, hvil definisjon, hvil deg nå du er sliten, hvil engelsk, hvil språk ordbok gresk, hvil på gresk
Oversettelser
- hverdagslig på gresk - ασήμαντος, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, καθημερινής, καθημερινές
- hvete på gresk - σιτάρι, σίτου, σίτο, σιταριού, σίτου που
- hvile på gresk - υπόλοιπος, ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, ...
- hvileløs på gresk - ανυπόμονος, ανήσυχος, ανήσυχο, ανήσυχων, ανήσυχη, ανήσυχα
Tilfeldige ord
Hvil på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, ησυχασμός, ανάπαυσης, ανάπαυση, ηρεμίας, ηρεμία, που στηρίζεται
Oversettelser: ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, ησυχασμός, ανάπαυσης, ανάπαυση, ηρεμίας, ηρεμία, που στηρίζεται