Ironisk på gresk
Oversettelse: ironisk, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ξηρός, στεγνός, ειρωνικός, ειρωνικό, ειρωνική, ειρωνεία, ειρωνικό το γεγονός
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: ironisk
ironisk antonymer, ironisk betydning, ironisk betyr, ironisk distanse, ironisk distanse definisjon, ironisk språk ordbok gresk, ironisk på gresk
Oversettelser
- irettesettelse på gresk - επίπληξη, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επιπλήττω, μομφή, επίπληξης, μομφή κατά, ...
- ironi på gresk - ειρωνεία, ειρωνείας, ειρωνία, την ειρωνεία, η ειρωνεία
- irrelevant på gresk - άσχετος, ασκεί επιρροή, άσχετο, άνευ σημασίας, άσχετη
- irritabel på gresk - πικρόχολος, ευέξαπτος, οξύθυμος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο
Tilfeldige ord
Ironisk på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ξηρός, στεγνός, ειρωνικός, ειρωνικό, ειρωνική, ειρωνεία, ειρωνικό το γεγονός
Oversettelser: ξηρός, στεγνός, ειρωνικός, ειρωνικό, ειρωνική, ειρωνεία, ειρωνικό το γεγονός