Jevn på gresk
Oversettelse: jevn, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
λείος, επίπεδο, σκέτος, κάμπος, ροκάνι, διαμέρισμα, επίπεδος, στάθμη, σκέτο, πλάνη, ίσος, ακόμα, πεδιάδα, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: jevn
jevn antonymer, jevn betydning, jevn blanding, jevn brunfarge, jevn definisjon, jevn språk ordbok gresk, jevn på gresk
Oversettelser
- jernbane på gresk - σιδηρόδρομος, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας
- jetfly på gresk - αεριωθούμενο, πετώ, αεριωθούμενα, πίδακες, τζετ, αεροσκάφη, πιδάκων
- jevndøgn på gresk - ισημερία, Equinox, ισημερίας, ισημερίαν, το Equinox
- jobb på gresk - δουλειές, επιχείρηση, επάγγελμα, κατοχή, δουλειά, υπόθεση, κατάληψη, ...
Tilfeldige ord
Jevn på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: λείος, επίπεδο, σκέτος, κάμπος, ροκάνι, διαμέρισμα, επίπεδος, στάθμη, σκέτο, πλάνη, ίσος, ακόμα, πεδιάδα, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Oversettelser: λείος, επίπεδο, σκέτος, κάμπος, ροκάνι, διαμέρισμα, επίπεδος, στάθμη, σκέτο, πλάνη, ίσος, ακόμα, πεδιάδα, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο