Låst på gresk
Oversettelse: låst, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ανηθικότητα, ζαλίκι, κακία, αποστολή, φόρτωση, γεμίζω, φορτίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: låst
avatar, last airbender, last antonymer, last betydning, last definisjon, låst språk ordbok gresk, låst på gresk
Oversettelser
- larve på gresk - κάμπια, προνύμφη, προνυμφών, προνύμφης, των προνυμφών, προνυμφικών, νυμφικής
- lass på gresk - γεμίζω, ζαλίκι, φορτίζω, κορίτσι, Lass
- laste på gresk - γεμίζω, φορτίζω, ζαλίκι, Λήψη, κατεβάσετε, Κατεβάστε, λήψης, ...
- lastebil på gresk - φορτηγό, φορτηγών, όχημα, οχήματος, φορτηγού
Tilfeldige ord
Låst på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ανηθικότητα, ζαλίκι, κακία, αποστολή, φόρτωση, γεμίζω, φορτίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Oversettelser: ανηθικότητα, ζαλίκι, κακία, αποστολή, φόρτωση, γεμίζω, φορτίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων