Likvidere på gresk
Oversettelse: likvidere, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: likvidere
likvidere aksjeselskap, likvidere antonymer, likvidere betydning, likvidere betyr, likvidere definisjon, likvidere språk ordbok gresk, likvidere på gresk
Oversettelser
- likhet på gresk - ισότητα, ισοτιμία, ισότητας, την ισότητα, της ισότητας, ισότητα των
- liksom på gresk - σαν, όπως, κάπως, κάποιο τρόπο, με κάποιο τρόπο, κατά κάποιο τρόπο, κάποιον τρόπο
- lilje på gresk - κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
- lim på gresk - κολλώ, μαστίχα, κόλλα, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Tilfeldige ord
Likvidere på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
Oversettelser: εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση