Lovgivning på gresk
Oversettelse: lovgivning, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
θεσμοθέτηση, νομοθεσία, νομοθεσίας, τη νομοθεσία, της νομοθεσίας, ρύθμιση
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: lovgivning
lovgivning abort, lovgivning antonymer, lovgivning betydning, lovgivning definisjon, lovgivning eu, lovgivning språk ordbok gresk, lovgivning på gresk
Oversettelser
- love på gresk - υπόσχομαι, υπόσχεση, αγάπη, αγαπώ, αγαπούν, αγαπάτε, την αγάπη
- lovgivende på gresk - νομοθετικός, Νομοθετικές, Νομοθετική, Νομοθετικό, Προπαρασκευαστικές, νομοθετικού
- lovlig på gresk - νόμιμος, νόμιμα, νομίμως, νομικά, νομικώς, νομική
- lovløs på gresk - άνομος, άνομη, άνομες, άναρχος, άνομο
Tilfeldige ord
Lovgivning på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: θεσμοθέτηση, νομοθεσία, νομοθεσίας, τη νομοθεσία, της νομοθεσίας, ρύθμιση
Oversettelser: θεσμοθέτηση, νομοθεσία, νομοθεσίας, τη νομοθεσία, της νομοθεσίας, ρύθμιση