Mekle på gresk
Oversettelse: mekle, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Andre språk
Relaterte ord: mekle
mekle abubilla, mekle aktierus, mekle antonymer, mekle aukli, mekle betydning, mekle språk ordbok gresk, mekle på gresk
Oversettelser
- mekanisk på gresk - μηχανικός, μηχανική, μηχανικές, μηχανικά, μηχανικό
- mekanisme på gresk - μηχανισμός, μηχανισμό, μηχανισμού, ο μηχανισμός, του μηχανισμού
- mekler på gresk - μεσίτης, χρηματομεσίτης, μεσολαβητής, διαμεσολαβητή, μεσολαβητή, διαμεσολαβητής
- mektig på gresk - ισχυρός, δυνατός, δυναμικός, κραταιός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ...
Tilfeldige ord
Mekle på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Oversettelser: διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας