Oppløse på gresk
Oversettelse: oppløse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, διαλύω, διαλυθεί, διαλύονται, διαλύει, διαλύουν, διαλύσει
Andre språk
Relaterte ord: oppløse
oppløse aksjeselskap, oppløse antonymer, oppløse as, oppløse betydning, oppløse borettslag, oppløse språk ordbok gresk, oppløse på gresk
Oversettelser
- opplysning på gresk - πληροφορίες, διαφωτισμός, διαφώτιση, φώτιση, διαφωτισμού, φώτισης
- opplæring på gresk - εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
- oppløsning på gresk - λύση, διάλυμα, διαλύματος, λύσης, διάλυμα που
- oppmerksom på gresk - σημείωση, σημείωμα, υπό σημείωση, σημείωσε, σημείωσης
Tilfeldige ord
Oppløse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, διαλύω, διαλυθεί, διαλύονται, διαλύει, διαλύουν, διαλύσει
Oversettelser: αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, διαλύω, διαλυθεί, διαλύονται, διαλύει, διαλύουν, διαλύσει